Sunday, April 21, 2019

Η επιστροφή των Ιροκέζων


(Η σκιά της Όκα στο Anima)


Το καλοκαίρι του 1990, η καναδέζικη κοινή γνώμη υποχρεώθηκε να θυμηθεί κάτι που, μέσα στην ευφορία εκείνης της εποχής, έμοιαζε ξεπερασμένο ή απαρχαιωμένο. Η αφορμή, αρκετά πεζή, ήταν η «εκμετάλλευση της αναξιοποίητης γης», ή αλλιώς η επέκταση ενός γηπέδου γκολφ, με πολυτελείς εγκαταστάσεις, μέσα σε περιοχή «αμφισβητούμενη», κατά την επίσημη ορολογία. Για τους Ινδιάνους Μοχόκ, που τη θεωρούσαν κοινοτική γη, ήταν ένας ιερός πευκώνας, ένα πατρογονικό νεκροταφείο κι ένα παραδοσιακό γήπεδο λακρός. Ένα συνηθισμένο επεισόδιο καταπάτησης γης, όπως τόσα και τόσα στη βορειοαμερικάνικη ιστορία, που έπαιρνε τώρα κάπως γραφική μορφή: πνεύματα του δάσους και ψίθυροι των προγόνων (ντεμοντέ ινδιάνικη μυθολογία) απέναντι στη μοντέρνα καπιταλιστική μυθολογία (επενδύσεις, αξιοποίηση, δημιουργία θέσεων εργασίας). Οι εργολάβοι δεν ανησυχούσαν ιδιαίτερα και έλπιζαν ότι οι αντιδράσεις θα ήταν διαχειρίσιμες.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Monday, April 15, 2019

Δωρεάν συγκοινωνίες



Σκοτάδι της υπαίθρου, φως των πόλεων και των χωριών, τακτική εναλλαγή από το ένα στο άλλο, άνεμος να μπαίνει από τη μεγάλη ανοιχτή πόρτα, βιαστικές σκιές να σαρώνουν το εσωτερικό του βαγονιού, το τρένο πήγαινε, πήγαινε, κι εμείς ήμασταν στην κοιλιά του, ήμασταν μέσα στον πάταγο των οχημάτων του που ταρακουνιόνταν πάνω στις ράγες, μέσα στα τριξίματα των τροχών του, στα στριγκλιάρικα σφυρίγματα της ατμομηχανής του και μέσα στη νύχτα που ξετύλιγε έξω μεγάλα κομμάτια έναστρου ουρανού.
Ash Hill, Missouri / Delaplaine, Arkansas

Ξαπλωμένος σ’ όλο του το μάκρος στο λιγδιασμένο πάτωμα ενός επίπεδου βαγονιού χωρίς τοιχώματα και χωρίς γωνίες, κάρφωνε το βλέμμα στο ξετύλιγμα του ουρανού πάνω απ’ το κεφάλι του και καταγινόταν, με το μπράτσο σηκωμένο και το δάχτυλο τεντωμένο, να μετράει τ’ άστρα.
Iron Gates, Missouri / Empire City, Kansas

 [...] Ξανάκλεισε τα μάτια, κούρνιασε πάνω μου και, παρά τον ορυμαγδό τούτου του κοτσαδόρου που μας σέρνει και μας τραβάει, παρά την αναστάτωση που ρήμαζε το μυαλό του, προσπάθησε να αποκοιμηθεί.
Labette, Kansas

Το τρένο έκοψε το τρέξιμό του και ακινητοποιήθηκε στη μέση ενός αγρού. Ούτε πόλη ούτε χωριό στα πέριξ, κανένας δρόμος, κανένα μονοπάτι, ούτε καν ρυάκι, τίποτα, μόνο η ισιάδα της πεδιάδας και ο άνεμος που χάραζε αυλάκια στις πλαγιές των λόφων. [...] Η αμαξοστοιχία, σωριασμένη κατά μήκος της καμπύλης της, ατέλειωτο ζώο σερπετό, έμνησκε εκεί, εγκαταλειμμένη για πάντα. Σύννεφα πουλιών ανέβαιναν στη διαφάνεια τ’ ουρανού. Ο Γουάχς είχε αποκοιμηθεί, ξεκουραζόταν, διπλωμένος, με το πρόσωπο κρυμμένο ανάμεσα στα διπλωμένα μπράτσα του.
Ξύπνησα από το θόρυβο των βημάτων τους. Οσμίστηκα τις μυρωδιές τους, άκουσα τον ήχο των φωνών τους, είδα τις σκιές τους να προβάλλουν στο χαλικόστρωτο έδαφος. Φάνηκαν τέσσερις άνθρωποι. Σηκώθηκα και μούγκρισα. What the fuck is that! είπε ένας από αυτούς. 

ΣΥΝΕΧΕΙΑ↓

Sunday, April 7, 2019

Τι είναι ο κόρονερ;



 ή    Ο φύλακας των γεγονότων
 

Μετά από τριάντα χρόνια σταδιοδρομίας, λίγα πράγματα μπορούσαν πια να με απογοητεύσουν. Τριάντα χρόνια εφιάλτες, σκοτωμοί, ανθρωποκτονίες, δράματα και τραγωδίες μού είχαν επιτρέψει να δω την πιο αποτρόπαια και την πιο όμορφη όψη του ανθρώπινου γένους. Είναι μια ιδιαίτερη θέση, να είσαι κόρονερ, ένα παρατηρητήριο στραμμένο προς τα βάραθρα του Homo sapiens sapiens. Φόνοι παιδιών, γυναικών και αντρών, διαπραγμένοι από άντρες, γυναίκες και παιδιά, και όλοι οι συνδυασμοί είναι πιθανοί. Έτσι συμβαίνει από την απαρχή των καιρών. Μάταια περιστρέψαμε το πράγμα προς όλες τις κατευθύνσεις, μάταια δοκιμάσαμε την αποστασιοποίηση, την αγάπη, τη συγχώρεση, τον νόμο, τη μετενσάρκωση, τη δημοκρατία, τις ουτοπίες, τις θρησκείες, δεν γλιτώνουμε: κάποια Κυριακή πρωί, κάποιος άνθρωπος, απελπισμένος με τον γείτονά του εξαιτίας κάποιας διαφωνίας για το καθάρισμα του χιονιού, θα τον σκοτώσει με φτυαριές στο πρόσωπο. Στην καρδιά του μεγάλου χάους των παραστρατημένων ψυχών, ο κόρονερ είναι ο φύλακας των γεγονότων. Δεν είναι αστυνομικός, δεν κρατάει όπλο, δεν καταδιώκει τους εγκληματίες, δεν ανακρίνει. Ασχολείται με τα γεγονότα. Ποιος πέθανε; Πού και πότε; Σε ποιες περιστάσεις; Τι πρέπει να καταλάβουμε; Θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι; Δεν προχωρά ποτέ πέρα από αυτές τις λιγοστές, συγκεκριμένες ερωτήσεις. Προστατεύει ζωές, κάνει συστάσεις και συντάσσει αναφορές. Πάντα. Σύμφωνα με το ίδιο σχεδιάγραμμα, απαράλλαχτα.
         1. Πιθανή αιτία του θανάτου.
2. Εξακρίβωση ταυτότητας.
3. Περιστάσεις του θανάτου.
4. Συστάσεις.
5. Συμπέρασμα.
[...] Οι κανόνες της αναφοράς είναι αυστηροί, υπάρχει ένα πρότυπο, υπάρχουν οι σωστοί όροι, υπάρχουν οι τρόποι. Είναι φυσιολογικό, χρειάζεται μια εξειδικευμένη γλώσσα ώστε όλος ο κόσμος να μπορεί να συνεννοηθεί, όμως ό,τι κερδίζουμε σε διαύγεια το χάνουμε σε αποχρώσεις και, καθώς χρησιμοποιούμε πάντα το ίδιο λεξιλόγιο, όλοι οι φόνοι καταλήγουν να μοιάζουν.

 ("Homo sapiens sapiens", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί)

Tuesday, April 2, 2019

Δεν θα ήταν όλα χαμένα





Κοίταξα ένα χάρτη. Τους φαντάστηκα και τους τρεις να ανεβαίνουν ακόμα ψηλότερα, για να φτάσουν στο Ινούβικ, να περιμένουν πότε θα παγώσουν τα νερά για να συνεχίσουν πάνω από τα παγωμένα κανάλια, προς το Τουκτογιάκτουκ, στον κόλπο Κουγκμάλιτ, ανοιχτό στη θάλασσα Μποφόρ και τον μεγάλο Αρκτικό Ωκεανό.

Τι θα ρίξουν μέσα στη βουή των κυμάτων; Τι θα θελήσουν να εξομολογηθούν στην άβυσσο; Ποια θλίψη; Ποιον καημό; Υπάρχουν, στα βάθη των θαλασσών, τερατώδη ψάρια προικισμένα με λόγο, φύλακες μιας αρχαίας γλώσσας, λησμονημένης πια, που τη μιλούσαν κάποτε άνθρωποι και ζώα στις όχθες των χαμένων παραδείσων. Ποιος θα τολμήσει ποτέ να βουτήξει για να τα συναντήσει και να μάθει κοντά τους να ξαναμιλάει και να αποκωδικοποιεί αυτή τη γλώσσα; Ποιο ζώο; Ποιος άντρας; Ποια γυναίκα; Ποιο πλάσμα; Αυτό, αν επέστρεφε στην επιφάνεια, θα έφερνε μέσα στο μελανιασμένο απ’ το κρύο στόμα του τα σπαράγματα μιας εξαφανισμένης γλώσσας, την αλφαβήτα της οποίας αναζητούμε ακούραστα κι από πάντα. Θα ξαναμαθαίναμε να μιλάμε. Θα επινοούσαμε νέες λέξεις. Ο Γουάχς θα ξανάβρισκε το όνομά του. Δεν θα ήταν όλα χαμένα.

 ("Homo sapiens sapiens", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφόρησε σήμερα)

Monday, April 1, 2019

Θήραμα και παγίδα





Άντρες, με την πλάτη στηριγμένη στον πάγκο, τον παραμόνευαν ρουφώντας απ’ το ποτήρι τους. Αυτός, αδιάφορος, είχε προσηλωθεί, σ’ ένα γυαλί τοποθετημένο πάνω από τα ράφια όπου στοίχιζαν τα μπουκάλια, στην αντανάκλαση μιας γκραβούρας που κρεμόταν στον απέναντι τοίχο: ένα κοριτσάκι, σε προφίλ, ξάπλωνε γυμνό σ’ ένα καναπέ. Με το ένα χέρι άφηνε να κρεμαστεί ένα νεκρό πουλί που το κρατούσε με τ’ ακροδάχτυλα από την άκρη της φτερούγας, με το άλλο χάιδευε το φύλο της. Στα πόδια της, ένα αγρίμι, ένας πιτσιλωτός αίλουρος, με το κεφάλι υψωμένο και το στόμα ανοιχτό, ετοιμαζόταν να καταβροχθίσει το πουλί. Ήταν μια παλιά γκραβούρα με ξεθωριασμένα χρώματα. Όταν η αίθουσα μένει έρημη και τα φώτα σβήνουν, μου συμβαίνει να σκαρφαλώνω σ’ αυτό τον πίνακα. Μου αρέσει να κοιμάμαι στο κοίλωμα των σκιών του κοριτσιού, στο ύψος του φύλου της, να φαντάζομαι ότι εισχωρώ εκεί για ν’ αφήσω τ’ αυγά μου και για να χτίσω μια πόλη φτιαγμένη από εύθραυστα μεταξένια νήματα. Θα γινόταν ένας υπνωτικός ιστός που θα παγίδευε τα πιο μυστηριώδη ζωύφια, χρυσωμένα έντομα, κατσαρίδες, πράσινες και κίτρινες, τεράστιες, φερμένες από μακρινές χώρες, εξωπραγματικές, για να κατασπαράξουν τους ανθρώπους και να μας απαλλάξουν από αυτούς. Να έκανε κι αυτός το ίδιο όνειρο; Και θα ήταν εφικτό, για μια και μοναδική φορά, άνθρωπος και έντομο να μπορούσαμε να μοιραστούμε την ίδια επιθυμία;

[...] Μιας και δεν με πρόσεχαν, σκαρφάλωσα στον πάγκο, έτρεξα, στάθηκα στο ύψος του και τούρλωσα το θώρακά μου: τον έβλεπα επιτέλους όπως ήθελα να τον δω. Μπορούσα να νιώσω τη φύση του, να την ψαχουλέψω από τα μέσα. Πέρα από την ανθρώπινη πρόσοψη, πίσω από την οποία κρυβόταν, τούτο το πλάσμα είχε φασκιωμένη την καρδιά μ’ έναν αθέατο ιστό από μετάξι φτιαγμένο από την ίδια του τη σάρκα, και το αποκρουστικό ζώο που τον κρατούσε αιχμάλωτο, που τρεφόταν απευθείας από τα σωθικά του, δεν ήταν άλλο παρά αυτός ο ίδιος. Ο ίδιος ήταν θήραμα και παγίδα του εαυτού του.

"Tegenaria domestica", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί τούτη τη βδομάδα)

Εικόνα: Carl Ray, Γυναίκα-αράχνη (λεπτομέρεια)


Ένας λιμανίσιος σκύλος

Ήταν χτες, ήταν αύριο.  Τα δάχτυλά μου από πέτρα και ξύλο που δεν ξέρουν πια την ηλικία μου... Ήταν χτες, ήταν αύριο....