Sunday, July 7, 2019

Rage, rage against the dying of the light


 
Après nous la Liberté

Do not go gentle into that good night

Μη στέργεις ήσυχα να πας σε νύχτα ευλογημένη·
ας καίνε, ας παραληρούν όταν τελειώνει η μέρα
τα γηρατειά κι ας μαίνονται όταν το φως πεθαίνει.

Σοφοί, που είδαν το δίκαιο σκοτάδι να προσμένει,
γιατί δεν χρησμοδότησαν με φλόγες στον αέρα
δεν στέργουν ήσυχα να παν σε νύχτα ευλογημένη.

Όσοι αγαθοί, φωνάζοντας στο κύμα που βαθαίνει
πως σ’ ακρογιάλι πράσινο θα χόρευε μια μέρα
κάθε τους πράξη, μαίνονται όταν το φως πεθαίνει.

Όσοι τρελοί τραγούδησαν τον ήλιο που μακραίνει
κι αργά πολύ κατάλαβαν πως τον θρηνούσαν, πέρα
δεν στέργουν ήσυχα να παν, σε νύχτα ευλογημένη.

Όσοι αυστηροί, που στα στερνά τους βλέπουν τυφλωμένοι
ότι μπορούν μάτια τυφλά ν’ αστράφτουν στον αιθέρα
και να γιορτάζουν, μαίνονται όταν το φως πεθαίνει.

Κι εσύ, πηγαίνοντας ψηλά στη θλίψη που σε υφαίνει,
κατάρα δώσε μου κι ευχή το δάκρυ σου, πατέρα.
Μη στέργεις ήσυχα να πας σε νύχτα ευλογημένη.
Να μαίνεσαι, να μαίνεσαι όταν το φως πεθαίνει.
                                                             
                                                                        Ντίλαν Τόμας

(Μετάφραση από τον Διονύση Καψάλη, στο «Μπαλάντες και Περιστάσεις», εκδ. Αγρα, Αθήνα 1997)

Πολλοί άνθρωποι έχουν εντυπωσιαστεί από αυτό το ποίημα του Ντίλαν Τόμας...
ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Thursday, May 23, 2019

Τεχνάσματα της αφήγησης


το Bestiarium του Μουαουάντ

Το Bestiarium ή Ζωολόγιο, ως γνωστό, είναι συλλογή μύθων για ζώα ή, πιο σωστά, παρουσίαση ενός καταλόγου ζώων, είτε πραγματικών είτε φανταστικών, όπου το καθένα συνδέεται με μία ή περισσότερες «ιστορίες» με κάποιο δίδαγμα ή «νόημα», ηθικό, μυστικιστικό ή θρησκευτικό. Στη ρίζα αυτής της παράδοσης βρίσκεται βέβαια ο Φυσιολόγος, διάσημο αλεξανδρινό κείμενο της ύστερης λίγο-πολύ αρχαιότητας, όμως το είδος άκμασε κυρίως στη μεσαιωνική εποχή, όπου συνδυάστηκε με κάθε είδους αλληγορίες (υπήρξε και ερωτικό ζωολόγιο). Ζωολόγια (τα έχουν πει και «θηριολόγια») συνέχισαν να γράφονται και μετέπειτα, κάποτε διατηρώντας τις υψηλές πνευματικές αξιώσεις του είδους και άλλοτε, ολοένα και συχνότερα, γλιστρώντας σ’ ένα παιγνιδιάρικο κλίμα ή εκφράζοντας κάποιου είδους διανοητική εκλέπτυνση. Στη νεότερη εποχή, φέρνει στο νου, σε μένα τουλάχιστον, το Bestiaire  του Γκιγιόμ Απολινέρ (με τις ξυλογραφίες του Ραούλ Ντυφί), στους πιο πολλούς ίσως θυμίζει τα φανταστικά όντα του Μπόρχες, σε κάποιους πιο εκκεντρικούς τη Ζωολογία του Μίλος Ματσόουρεκ, και πάει λέγοντας. Δεν ξέρω αν κάτι από όλες αυτές τις παραδόσεις έφτασε να επηρεάσει τον Μουαουάντ, πάντως όλ’ αυτά μαζί με κάνανε να σκεφτώ το βιβλίο, καταρχήν, σαν ένα ιδιόμορφο ζωολόγιο. Στην κατεύθυνση αυτή, αυθαίρετη ή όχι, θα μπορούσαμε να επιχειρήσουμε μια λιγάκι σχολαστική ανάλυση.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Saturday, May 11, 2019

Στους πολέμους των άλλων


Θα γίνει λοιπόν κάποια τελετή αύριο; ρώτησε αυτός.
Ναι, του απάντησε ο διπλανός του, προς τιμή των στρατιωτών του Συντάγματος Μακ Κέντρι. Είναι εντυπωσιακό για μια τόσο μικρή πόλη, όμως υπάρχει στο Λίβανο ένα πολύ παλιό πανεπιστήμιο. Τον Μάιο του 1861, εννιακόσιοι από τους σπουδαστές και τους καθηγητές του στρατεύτηκαν στις γραμμές του 117ου συντάγματος του Ιλινόι για να υπερασπίσουν τα λάβαρα της Ένωσης. Αύριο, εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα, μέρα με τη μέρα, η αμερικανική σημαία θα αποτεθεί πάνω στους τάφους των στρατιωτών Τζέσι Μπραντ, Γουίλιαμ Όγκντεν και Σάμιουελ Ντενίν, που ήταν καθηγητές εδώ, στο τμήμα ξένων γλωσσών. Και ο πατέρας μου, ο λιγάκι κουραστικός κύριος, θα αποθέσει τη γαλλική σημαία πάνω στον τάφο του Φρανσουά-Ζαν Ντ’ Ισεμέρ, που διέσχισε τον ωκεανό για να ενισχύσει εκείνους που αγωνίζονταν εναντίον της δουλείας. Ήταν ένθερμος θαυμαστής του Λαφαγέτ, κάποιος που είχε διαβάσει τον Τοκβίλ και που, όπως κι εκείνος, ήταν διχασμένος ανάμεσα στις αριστοκρατικές του ρίζες και την αγάπη του για την πορεία της Ιστορίας. Ήρθε εδώ σαν ελεύθερος σπουδαστής όμως είναι σαν ελεύθερος άνθρωπος που στρατεύτηκε υπέρ της ελευθερίας. Χωρίς να το ξέρει, εγκαινίασε μια παράδοση που θα κορυφωθεί με τις Διεθνείς Ταξιαρχίες στον πόλεμο της Ισπανίας, στον οποίο θα πάρει μέρος ο παππούς μου Μπερτράν Ισεμέρ. «Στρατευτήκαμε στον πόλεμο των άλλων επειδή οι ιδέες τους ήταν οι δικές μας!». Ο Φρανσουά-Ζαν Ντ’ Ισεμέρ σκοτώθηκε στη μάχη του Γκέτισμπουργκ και θάφτηκε εδώ, μαζί με τους φίλους του για τους οποίους θέλησε να χύσει το αίμα του. Ο Μπερτράν Ισεμέρ σκοτώθηκε στις μάχες για την υπεράσπιση της Βαρκελόνης. Πιθανότατα τον έριξαν σε κάποιο κοινό λάκκο μαζί με τους αναρχικούς συντρόφους του. Ο πατέρας μου, αυτός, έσπασε το πόδι του για να αποφύγει να πάει στην Αλγερία κι εγώ, ο Νταβίντ, τελευταίος απόγονος αυτής της γενιάς των γενναίων, το μόνο που έχω κάνει είναι να σπουδάσω. Οι ιστορίες αυτών των ανθρώπων μ’ έκαναν να κλαίω, παιδί, όταν ο πατέρας μου, αυτός ο λιγάκι κουραστικός άνθρωπος που μόλις μας άφησε, αυτός ο λιγάκι χοντροκομμένος χοντρός, μου τις αφηγιόταν κλαίγοντας κι ο ίδιος.


ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Sunday, April 21, 2019

Η επιστροφή των Ιροκέζων


(Η σκιά της Όκα στο Anima)


Το καλοκαίρι του 1990, η καναδέζικη κοινή γνώμη υποχρεώθηκε να θυμηθεί κάτι που, μέσα στην ευφορία εκείνης της εποχής, έμοιαζε ξεπερασμένο ή απαρχαιωμένο. Η αφορμή, αρκετά πεζή, ήταν η «εκμετάλλευση της αναξιοποίητης γης», ή αλλιώς η επέκταση ενός γηπέδου γκολφ, με πολυτελείς εγκαταστάσεις, μέσα σε περιοχή «αμφισβητούμενη», κατά την επίσημη ορολογία. Για τους Ινδιάνους Μοχόκ, που τη θεωρούσαν κοινοτική γη, ήταν ένας ιερός πευκώνας, ένα πατρογονικό νεκροταφείο κι ένα παραδοσιακό γήπεδο λακρός. Ένα συνηθισμένο επεισόδιο καταπάτησης γης, όπως τόσα και τόσα στη βορειοαμερικάνικη ιστορία, που έπαιρνε τώρα κάπως γραφική μορφή: πνεύματα του δάσους και ψίθυροι των προγόνων (ντεμοντέ ινδιάνικη μυθολογία) απέναντι στη μοντέρνα καπιταλιστική μυθολογία (επενδύσεις, αξιοποίηση, δημιουργία θέσεων εργασίας). Οι εργολάβοι δεν ανησυχούσαν ιδιαίτερα και έλπιζαν ότι οι αντιδράσεις θα ήταν διαχειρίσιμες.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Monday, April 15, 2019

Δωρεάν συγκοινωνίες



Σκοτάδι της υπαίθρου, φως των πόλεων και των χωριών, τακτική εναλλαγή από το ένα στο άλλο, άνεμος να μπαίνει από τη μεγάλη ανοιχτή πόρτα, βιαστικές σκιές να σαρώνουν το εσωτερικό του βαγονιού, το τρένο πήγαινε, πήγαινε, κι εμείς ήμασταν στην κοιλιά του, ήμασταν μέσα στον πάταγο των οχημάτων του που ταρακουνιόνταν πάνω στις ράγες, μέσα στα τριξίματα των τροχών του, στα στριγκλιάρικα σφυρίγματα της ατμομηχανής του και μέσα στη νύχτα που ξετύλιγε έξω μεγάλα κομμάτια έναστρου ουρανού.
Ash Hill, Missouri / Delaplaine, Arkansas

Ξαπλωμένος σ’ όλο του το μάκρος στο λιγδιασμένο πάτωμα ενός επίπεδου βαγονιού χωρίς τοιχώματα και χωρίς γωνίες, κάρφωνε το βλέμμα στο ξετύλιγμα του ουρανού πάνω απ’ το κεφάλι του και καταγινόταν, με το μπράτσο σηκωμένο και το δάχτυλο τεντωμένο, να μετράει τ’ άστρα.
Iron Gates, Missouri / Empire City, Kansas

 [...] Ξανάκλεισε τα μάτια, κούρνιασε πάνω μου και, παρά τον ορυμαγδό τούτου του κοτσαδόρου που μας σέρνει και μας τραβάει, παρά την αναστάτωση που ρήμαζε το μυαλό του, προσπάθησε να αποκοιμηθεί.
Labette, Kansas

Το τρένο έκοψε το τρέξιμό του και ακινητοποιήθηκε στη μέση ενός αγρού. Ούτε πόλη ούτε χωριό στα πέριξ, κανένας δρόμος, κανένα μονοπάτι, ούτε καν ρυάκι, τίποτα, μόνο η ισιάδα της πεδιάδας και ο άνεμος που χάραζε αυλάκια στις πλαγιές των λόφων. [...] Η αμαξοστοιχία, σωριασμένη κατά μήκος της καμπύλης της, ατέλειωτο ζώο σερπετό, έμνησκε εκεί, εγκαταλειμμένη για πάντα. Σύννεφα πουλιών ανέβαιναν στη διαφάνεια τ’ ουρανού. Ο Γουάχς είχε αποκοιμηθεί, ξεκουραζόταν, διπλωμένος, με το πρόσωπο κρυμμένο ανάμεσα στα διπλωμένα μπράτσα του.
Ξύπνησα από το θόρυβο των βημάτων τους. Οσμίστηκα τις μυρωδιές τους, άκουσα τον ήχο των φωνών τους, είδα τις σκιές τους να προβάλλουν στο χαλικόστρωτο έδαφος. Φάνηκαν τέσσερις άνθρωποι. Σηκώθηκα και μούγκρισα. What the fuck is that! είπε ένας από αυτούς. 

ΣΥΝΕΧΕΙΑ↓

Sunday, April 7, 2019

Τι είναι ο κόρονερ;



 ή    Ο φύλακας των γεγονότων
 

Μετά από τριάντα χρόνια σταδιοδρομίας, λίγα πράγματα μπορούσαν πια να με απογοητεύσουν. Τριάντα χρόνια εφιάλτες, σκοτωμοί, ανθρωποκτονίες, δράματα και τραγωδίες μού είχαν επιτρέψει να δω την πιο αποτρόπαια και την πιο όμορφη όψη του ανθρώπινου γένους. Είναι μια ιδιαίτερη θέση, να είσαι κόρονερ, ένα παρατηρητήριο στραμμένο προς τα βάραθρα του Homo sapiens sapiens. Φόνοι παιδιών, γυναικών και αντρών, διαπραγμένοι από άντρες, γυναίκες και παιδιά, και όλοι οι συνδυασμοί είναι πιθανοί. Έτσι συμβαίνει από την απαρχή των καιρών. Μάταια περιστρέψαμε το πράγμα προς όλες τις κατευθύνσεις, μάταια δοκιμάσαμε την αποστασιοποίηση, την αγάπη, τη συγχώρεση, τον νόμο, τη μετενσάρκωση, τη δημοκρατία, τις ουτοπίες, τις θρησκείες, δεν γλιτώνουμε: κάποια Κυριακή πρωί, κάποιος άνθρωπος, απελπισμένος με τον γείτονά του εξαιτίας κάποιας διαφωνίας για το καθάρισμα του χιονιού, θα τον σκοτώσει με φτυαριές στο πρόσωπο. Στην καρδιά του μεγάλου χάους των παραστρατημένων ψυχών, ο κόρονερ είναι ο φύλακας των γεγονότων. Δεν είναι αστυνομικός, δεν κρατάει όπλο, δεν καταδιώκει τους εγκληματίες, δεν ανακρίνει. Ασχολείται με τα γεγονότα. Ποιος πέθανε; Πού και πότε; Σε ποιες περιστάσεις; Τι πρέπει να καταλάβουμε; Θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι; Δεν προχωρά ποτέ πέρα από αυτές τις λιγοστές, συγκεκριμένες ερωτήσεις. Προστατεύει ζωές, κάνει συστάσεις και συντάσσει αναφορές. Πάντα. Σύμφωνα με το ίδιο σχεδιάγραμμα, απαράλλαχτα.
         1. Πιθανή αιτία του θανάτου.
2. Εξακρίβωση ταυτότητας.
3. Περιστάσεις του θανάτου.
4. Συστάσεις.
5. Συμπέρασμα.
[...] Οι κανόνες της αναφοράς είναι αυστηροί, υπάρχει ένα πρότυπο, υπάρχουν οι σωστοί όροι, υπάρχουν οι τρόποι. Είναι φυσιολογικό, χρειάζεται μια εξειδικευμένη γλώσσα ώστε όλος ο κόσμος να μπορεί να συνεννοηθεί, όμως ό,τι κερδίζουμε σε διαύγεια το χάνουμε σε αποχρώσεις και, καθώς χρησιμοποιούμε πάντα το ίδιο λεξιλόγιο, όλοι οι φόνοι καταλήγουν να μοιάζουν.

 ("Homo sapiens sapiens", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί)

Tuesday, April 2, 2019

Δεν θα ήταν όλα χαμένα





Κοίταξα ένα χάρτη. Τους φαντάστηκα και τους τρεις να ανεβαίνουν ακόμα ψηλότερα, για να φτάσουν στο Ινούβικ, να περιμένουν πότε θα παγώσουν τα νερά για να συνεχίσουν πάνω από τα παγωμένα κανάλια, προς το Τουκτογιάκτουκ, στον κόλπο Κουγκμάλιτ, ανοιχτό στη θάλασσα Μποφόρ και τον μεγάλο Αρκτικό Ωκεανό.

Τι θα ρίξουν μέσα στη βουή των κυμάτων; Τι θα θελήσουν να εξομολογηθούν στην άβυσσο; Ποια θλίψη; Ποιον καημό; Υπάρχουν, στα βάθη των θαλασσών, τερατώδη ψάρια προικισμένα με λόγο, φύλακες μιας αρχαίας γλώσσας, λησμονημένης πια, που τη μιλούσαν κάποτε άνθρωποι και ζώα στις όχθες των χαμένων παραδείσων. Ποιος θα τολμήσει ποτέ να βουτήξει για να τα συναντήσει και να μάθει κοντά τους να ξαναμιλάει και να αποκωδικοποιεί αυτή τη γλώσσα; Ποιο ζώο; Ποιος άντρας; Ποια γυναίκα; Ποιο πλάσμα; Αυτό, αν επέστρεφε στην επιφάνεια, θα έφερνε μέσα στο μελανιασμένο απ’ το κρύο στόμα του τα σπαράγματα μιας εξαφανισμένης γλώσσας, την αλφαβήτα της οποίας αναζητούμε ακούραστα κι από πάντα. Θα ξαναμαθαίναμε να μιλάμε. Θα επινοούσαμε νέες λέξεις. Ο Γουάχς θα ξανάβρισκε το όνομά του. Δεν θα ήταν όλα χαμένα.

 ("Homo sapiens sapiens", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφόρησε σήμερα)

Monday, April 1, 2019

Θήραμα και παγίδα





Άντρες, με την πλάτη στηριγμένη στον πάγκο, τον παραμόνευαν ρουφώντας απ’ το ποτήρι τους. Αυτός, αδιάφορος, είχε προσηλωθεί, σ’ ένα γυαλί τοποθετημένο πάνω από τα ράφια όπου στοίχιζαν τα μπουκάλια, στην αντανάκλαση μιας γκραβούρας που κρεμόταν στον απέναντι τοίχο: ένα κοριτσάκι, σε προφίλ, ξάπλωνε γυμνό σ’ ένα καναπέ. Με το ένα χέρι άφηνε να κρεμαστεί ένα νεκρό πουλί που το κρατούσε με τ’ ακροδάχτυλα από την άκρη της φτερούγας, με το άλλο χάιδευε το φύλο της. Στα πόδια της, ένα αγρίμι, ένας πιτσιλωτός αίλουρος, με το κεφάλι υψωμένο και το στόμα ανοιχτό, ετοιμαζόταν να καταβροχθίσει το πουλί. Ήταν μια παλιά γκραβούρα με ξεθωριασμένα χρώματα. Όταν η αίθουσα μένει έρημη και τα φώτα σβήνουν, μου συμβαίνει να σκαρφαλώνω σ’ αυτό τον πίνακα. Μου αρέσει να κοιμάμαι στο κοίλωμα των σκιών του κοριτσιού, στο ύψος του φύλου της, να φαντάζομαι ότι εισχωρώ εκεί για ν’ αφήσω τ’ αυγά μου και για να χτίσω μια πόλη φτιαγμένη από εύθραυστα μεταξένια νήματα. Θα γινόταν ένας υπνωτικός ιστός που θα παγίδευε τα πιο μυστηριώδη ζωύφια, χρυσωμένα έντομα, κατσαρίδες, πράσινες και κίτρινες, τεράστιες, φερμένες από μακρινές χώρες, εξωπραγματικές, για να κατασπαράξουν τους ανθρώπους και να μας απαλλάξουν από αυτούς. Να έκανε κι αυτός το ίδιο όνειρο; Και θα ήταν εφικτό, για μια και μοναδική φορά, άνθρωπος και έντομο να μπορούσαμε να μοιραστούμε την ίδια επιθυμία;

[...] Μιας και δεν με πρόσεχαν, σκαρφάλωσα στον πάγκο, έτρεξα, στάθηκα στο ύψος του και τούρλωσα το θώρακά μου: τον έβλεπα επιτέλους όπως ήθελα να τον δω. Μπορούσα να νιώσω τη φύση του, να την ψαχουλέψω από τα μέσα. Πέρα από την ανθρώπινη πρόσοψη, πίσω από την οποία κρυβόταν, τούτο το πλάσμα είχε φασκιωμένη την καρδιά μ’ έναν αθέατο ιστό από μετάξι φτιαγμένο από την ίδια του τη σάρκα, και το αποκρουστικό ζώο που τον κρατούσε αιχμάλωτο, που τρεφόταν απευθείας από τα σωθικά του, δεν ήταν άλλο παρά αυτός ο ίδιος. Ο ίδιος ήταν θήραμα και παγίδα του εαυτού του.

"Tegenaria domestica", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί τούτη τη βδομάδα)

Εικόνα: Carl Ray, Γυναίκα-αράχνη (λεπτομέρεια)


Friday, March 29, 2019

Για μια παιδική ηλικία

«Αν κάποιος ενήλικος, κατά μεγάλη σύμπτωση, συναντηθεί κάποια μέρα, ας πούμε βγαίνοντας από μια πυκνή ομίχλη, με το παιδί που είχε υπάρξει ο ίδιος, και αν και οι δυο τους αναγνώριζαν ο ένας τον άλλο, θα σωριάζονταν αμέσως κάτω κρύβοντας το πρόσωπό τους, ο ενήλικος από απελπισία, το παιδί από τρομάρα».

WM


Η μητέρα μου ήταν από ελληνοκαθολική οικογένεια, ο πατέρας μου από μαρωνίτικη οικογένεια. Ασφαλώς ακολουθούσαμε το θρήσκευμα του πατέρα. Ήμασταν επομένως μαρωνίτες χριστιανοί και ζούσαμε σ’ ένα μαρωνίτικο χωριό, περικυκλωμένο από χωριά Δρούζων. Φύγαμε από εκεί μετά από ένα επεισόδιο, όταν τρεις Δρούζοι επιτέθηκαν στο αυτοκίνητο των γονιών μου. Η μητέρα μου φοβήθηκε πολύ. Ήταν έγκυος σε μένα, νομίζω. Ο πατέρας μου αποφάσισε τότε να πάμε να μείνουμε σ’ ένα άλλο χριστιανικό χωριό, σε χριστιανική περιοχή. Αργότερα πήγαμε στη Βηρυτό. 

Εκεί τους βρήκε, το 1975, το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου. 

Τη λέξη πόλεμος δεν τη λέγαμε ποτέ, όμως την κλίναμε: «darah hiedrabou», «darabou», «darabouna» (θα βομβαρδίσουν, βομβάρδισαν, μας βομβάρδισαν). Με τους φίλους μου, είχαμε αναπτύξει μια έντονη αίσθηση για τους ήχους. Όταν ακούς «μπουμ», αυτό μπορεί να σημαίνει είτε ότι έπεσε μια βόμβα, κάπου μακριά, είτε ότι ένα κανόνι εξαπόλυσε μια βόμβα που θα έρθει να σκάσει ίσως κοντά σου. Αναγνωρίζαμε, αναγκαστικά, όλες τις αποχρώσεις. Ήμουν ικανός να πω για ένα κανόνι: «Είναι ένα 255, ή ένα 244». Έτσι όπως ένα παιδί περνάει την ώρα του κοιτάζοντας τ' αυτοκίνητα και λέγοντας: «Α, αυτό είναι Μερσεντές, εκείνο είναι Βόλβο».

Ήμουν ένα παιδί που το αγαπούσαν πολύ, αλλά με δίδαξαν να μισώ τους άλλους. Να απεχθάνομαι τους Μουσουλμάνους, τους Σιίτες, τους Σουνίτες, τους Δρούζους, τους Παλαιστίνιους, τους Εβραίους, τους Ισραηλινούς. Όλους εξίσου.

Το 1977, όταν ήμουν εννιά χρονών, δολοφονήθηκε ο δρούζος αριστερός ηγέτης Καμάλ Τζουμπλάτ. Βγήκαμε στους δρόμους για να χορέψουμε πάνω σε ένα πτώμα ακόμα ζεστό. Μόνο στα είκοσι κάτι μου χρόνια κατάλαβα τι σήμαιναν αυτοί οι πανηγυρισμοί. Μου φάνηκε σαν μια μεγάλη αδικία, στην οποία ήμουν και εγώ αυτουργός. Η ανάγκη  να γράφω προκύπτει από αυτό το συναίσθημα.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Wednesday, March 27, 2019

Το αόρατο κομμάτι




«[...] Ήθελα να γίνω άγιος. Να κάνω θαύματα. Προέρχομαι από μια οικογένεια με δεκαοχτώ παιδιά. Όπως σε όλες της οικογένειες εκείνης της εποχής, χρειαζόταν ένας γιατρός, ένας συμβολαιογράφος, ένας δικηγόρος, ένας δάσκαλος, ένας αγρότης για να αναλάβει τη φάρμα και μετά, καθώς έπρεπε επίσης να πληρωθεί και το χρέος προς την Εκκλησία, χρειαζόταν κι ένας εφημέριος. Εγώ, ήθελα να γίνω ποιητής, αλλά αυτό δεν υπήρχε στη λίστα των πραγμάτων που μπορούσαν να γίνουν τα παιδιά. Επομένως έγινα παπάς. Αυτό μου επέτρεψε να μάθω λατινικά και ελληνικά και να μείνω προσκολλημένος στα κείμενα. Δεν είναι πολύ μακριά από την ποίηση. Εντάξει, όμως. Ο Ιεζεκιήλ δεν είναι Μποντλέρ και οι Ψαλμοί, μέσα στη μπόχα απ’ το λιβάνι, καταντούσαν ανυπόφοροι. Υπήρχε το Άσμα ασμάτων, σύμφωνοι, αλλά ως εκεί. [...] Εγώ, δεν ήμουν ποιητής, όμως αγαπούσα την ποίηση όπως αγαπούν ένα όνειρο. Ήμουνα πιο υπομονετικός [...] Και στο τέλος συνέβη. Κάποια μέρα, χρόνια μετά, περπατούσα σ’ ένα μονοπάτι που περνούσε μέσα από δάσος. Άκουσα κραυγές. Πλησίασα. Ανάμεσα στα δέντρα, στις παρυφές του δρόμου, είδα μια γιγάντια αρσενική άλκη, ένα κτήνος 600 κιλών, ένα φοβερό τέρας. Στα πόδια του ένας άνθρωπος, με το κορμί ξεχαρβαλωμένο, που κουνιόταν ακόμα. [...] Υπάρχουν πράγματα που δεν σε ξεγελάνε: ξέρει κανείς πότε έρχεται η τελευταία του ώρα και η τελευταία μου ώρα είχε φτάσει, το ήξερα, τουλάχιστον η τελευταία μου ώρα σαν καλός χριστιανός. Ήταν τελειωμένη υπόθεση. Επιτάχυνε το βήμα της και όρμησε με όλη της τη δύναμη, με απερίγραπτη μανία. Τα μάτια της, το έβλεπα παρ’ όλη την απόσταση, έσταζαν αίμα. Χύμηξε και πότε στη ζωή μου δεν είχα νιώσει κάτι παρόμοιο όπως μπροστά σ’ αυτή την τερατώδη ομορφιά που ερχόταν προς το μέρος μου με τον εκκωφαντικό και υπόκωφο βρόντο του καλπασμού της.
ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Sunday, March 24, 2019

Επετειακό




Η Καρχηδόνα τρανταζόταν από τις κανονιές, άνθρωποι έφευγαν ανάμεσα στα φλεγόμενα οδοφράγματα, καβαλάρηδες με γκρίζες στολές κυνηγούσαν καβαλάρηδες με μπλε στολές όταν μια έκρηξη ήρθε να συγκλονίσει τον αέρα γύρω μας. Πολλοί σωριάστηκαν στη μέση της μεγάλης πλατείας, πάνω στο τριγυρισμένο από δέντρα γρασίδι. Μια γυναίκα, πέφτοντας με τη σειρά της, κραύγασε America forever!! ξεσηκώνοντας τα χειροκροτήματα, τις επευφημίες και τις ζητωκραυγές του πλήθους, μαζεμένου πίσω από μεταλλικά κάγκελα κατά μήκος των δρόμων. Οι μάχες πολλαπλασιάζονταν, τα κανόνια βροντούσαν πάντα και οι άνθρωποι έμοιαζαν αθάνατοι. Η ζωή δεν τους εγκατέλειπε. Ένας σκύλος, όταν τον εγκαταλείπει η ζωή, τον εγκαταλείπει, τελεία και παύλα. [...] Εδώ, εκείνοι που έβλεπα να πεθαίνουν, δεν πέθαιναν. Παρίσταναν το θάνατο, έμεναν ξαπλωμένοι για μια στιγμή και μετά σηκώνονταν και ξανάρχιζαν να τρέχουν, αδιάφοροι για τους κινδύνους, κάτω από τα πυρά του μυδραλιοβόλου.
Οι εφορμήσεις συνεχίστηκαν όλο το πρωί. [...] Ακολούθησαν κι άλλες εκρήξεις κι άλλοι ελιγμοί ώσπου, κάτω από σαλπίσματα και τυμπανοκρουσίες, πραγματοποιήθηκε η μεγάλη επέλαση των λοφιοφόρων αλόγων και των αναβατών τους με τα αστραφτερά όπλα, με τη σπάθα στο απλωμένο χέρι κάτω απ’ τις αχτίδες του ήλιου. Τα λάβαρα και οι παντιέρες πετάριζαν στον άνεμο, δώδεκα κανονιές βρυχήθηκαν, η μυρωδιά του θειαφιού γέμισε τον αγέρα και οι καμπάνες άρχισαν να χτυπάνε κάτω από τους πανηγυρισμούς του χαρμόσυνου πλήθους. Τα κάγκελα έπεσαν, οι άνθρωποι πλημμύρισαν την πλατεία για να αγκαλιάσουν ζωντανούς και πεθαμένους, ενώ στην άκρη της χλόης, πλάι σε μια εξέδρα στημένη ανάμεσα στα δέντρα, είδα να καταφτάνει ένας άνθρωπος με λευκά ρούχα και λευκό καπέλο, πάνω σε άτι με ξανθιά χαίτη, θρυλικό άλογο, τους παλιούς καιρούς άγριο, σήμερα χαμουρωμένο και υποταγμένο στη θέληση των ανθρώπων. 


 ("Carthage, Missouri", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί σύντομα)
 


Saturday, March 23, 2019

Χαλάς!




“Έφυγα από το Λίβανο αμέσως μετά από το Θέλω να πω Εγώ γύρισα το δεύτερο βράδυ για να καθαρίσω Μας είπαν «μπαίνετε καθαρίζετε» κάνετε όπως με τα σκουπίδια «μαζεύετε πετάτε» Υπήρχε ένα ζευγάρι… Ένα ζευγάρι… As‘ab chi houwwé e-ttôkhbîr Ma fi as‘ab menno… Καταλαβαίνεις; Λέω ότι να δηγιέσαι είναι το πιο δύσκολο Ο πόλεμος είναι πιο εύκολο Πυροβολείς, σκοτώνεις, khalass Τώρα θα μπορούσες να είσαι γιος μου και θες να σου δηγηθώ ότι εγώ… αυτό κι εκείνο… έτσι και αλλιώς;… Όχι… Είναι όπως μια δίκη… Η δίκη και η ποινή… Αμνηστία-αμνηστία ‘emlo αμνηστία όχι δίκη maemlo δίκη Chou badak amil εγώ θα προτιμούσα τη δίκη εγώ λοιπόν έκανα τη δίκη μου Ολομόναχος Υπάρχει Αυτός Εκεί πάνω Μου είπε «Φάντι, τι έκανες;» Ο Χριστός «Φάντι, έχεις αίμα στα χέρια σου, δεν έχεις ντροπή;» Είπα «Ναι, έχω ντροπή» Ο Χριστός μού είπε «Φάντι, να χτίσεις την εκκλησία μου Θα πας Θα δουλέψεις Θα κερδίσεις χρήματα σύμφωνοι και θα χτίσεις μια εκκλησία για τους μαρωνίτες» Έχτισα την εκκλησία την είδες έτσι; Με ξύλο κέδρου το είδες ναι; Τα αγάλματα τα έφερα από την Ιταλία ευλογημένα από τον πάπα… Μπαίνετε καθαρίζετε… Naddfo!… Naddfo σημαίνει «Καθαρίστε»… Naddfo! Naddfo τι; «Τους τραυματίες… υπάρχει ένας τραυματίας μπροστά σου; Τον αποτελειώνεις Παιδί γυναίκα γέρος η μάνα σου η ίδια Τραυματισμένη; Μπαμ!» Αυτές ήταν οι διαταγές Αλλά εγώ δεν μπόρεσα… ο φίλος μου ευτυχώς ήταν μαζί Εγώ έλεγα «εκεί» και αυτός σκότωνε. Μπαμ! Μπαμ! Του έδειχνα Μπαμ! Του έδειχνα Μπαμ! Του έδειχνα Μπαμ! Του έδειχνα Μπαμ! Μπαίναμε σ’ ένα σπίτι και του έδειχνα ένα δύο τρεις τέσσερις και αυτός ΜπαμΜπαμΜπαμΜπαμ! Khalass!

 ("Paradise Hill, New Mexico", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί σύντομα)



πρόχειρο γλωσσάρι αραβικών: 
‘emlo / maemlo : έχει / δεν έχει
Chou badak amil : Τι θέλεις από μένα
Khalass! : Τέλος! Τέλειωσε!
Τα υπόλοιπα εξηγούνται στο κείμενο.

Thursday, March 21, 2019

Ταξιδιωτικό




Η Γουινόνα ονειρευόταν μακρινές χώρες, άγριες περιοχές, άγνωστους τόπους. Ο Γουάχς μιλούσε για το άπειρο. Ούτε Ευρώπη, ούτε Αμερική, αλλά κάποιο μέρος κοντά στον ουρανό. Αρκούσε να περπατήσεις με τα πόδια σου να πατάνε πάντα τη γραμμή του 60ού παραλλήλου, με τη δύση μπροστά σου, τον λευκό ήλιο των τριζάτων χειμώνων της σιωπής: Μανιτόμπα Σασκάτσουαν Αλμπέρτα Βρετανική Κολομβία Αλάσκα. Να διασταυρωθείς με τους άγριους βίσωνες που μεταναστεύουν, να δεις το Άνκορατζ, σπονδυλική στήλη του Ειρηνικού Ωκεανού, να δεις τους πολικούς ουρανούς να χορεύουν μέσα στο παρδαλό φως τους και μετά, προς το βορρά, μέσα από παγωμένες λίμνες και βαθιές κοιλάδες, πιο μακριά από το Άνιακ και πιο ψηλά από τον ποταμό Γιουναλάκλιτ, να φτάσεις στο Φινιστέρ, στο Τέλος της Γης, ακριβώς στο σημείο του πορθμού. Να κάνεις όπως οι παλιοί, να εκμεταλλευτείς τις γέφυρες του πάγου, λεπτές κι εύθραυστες, για να διασχίσεις τον Βερίγγειο Πορθμό και να φτάσεις στην αντίθετη μα δίδυμη όχθη. Δεν θα υπήρχε επιτέλους ούτε Νέος Κόσμος ούτε Παλιός Κόσμος, μόνο η πνοή της Γης που γυρίζει γύρω από τον άξονά της.

 ("Arickaree, Colorado", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί σύντομα)

Tuesday, March 19, 2019

Ο κόρακας και ο εφημέριος




«Θα μπορούσαμε ν’ αναρωτηθούμε πώς θα κατευνάσουμε τον σκανδαλισμό μας, ποια θρησκεία θα μπορούσε να μας παρηγορήσει, μέσω ποιας αιώνιας ζωής, αλλά ακόμα κι αν μια τέτοια αιώνια ζωή κατά καλή τύχη υπήρχε, πώς θα μπορούσε να μας κάνει ν’ αποδεχτούμε την πραγματικότητα; [...] Όσο κι αν είμαι ιερέας, μου είναι αδύνατο ν’ αποδεχτώ αυτό τον τερατώδη θάνατο. Αδύνατο. [...] ...αυτό ακριβώς είναι η αιώνια ζωή: κάτι που φτιάχνεται προσθέτοντας τη συμπόνια του καθενός, τη λύπη του καθενός, τη θλίψη του καθενός μέσα στη μνήμη του καθενός εδώ πέρα, πάνω στη γη. [...] Φίλοι μου, θα ήθελα να σας πω, εδώ, μπροστά στον τάφο της, ότι όσο ανέφικτο κι αν μπορεί να μοιάζει, η ζωή συνίσταται στο να ελπίζεις παρ’ όλ’ αυτά. Ελάχιστη σημασία έχουν τα μέσα αφού, σε ό,τι αφορά την ελπίδα, όλα τα μέσα είναι καλά: να ελπίζετε. Ποτέ δεν ξέρεις από πού έρχεται η σωτηρία».

 ("Corvus corax", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί σύντομα)

(υπογράμμιση δική μας)


Sunday, March 17, 2019

Το ινδιάνικο ζήτημα



– Η ιστορία μας έχει συρρικνωθεί σε ένα «problem». There are many ways to wipe out a nation. Μπορείς να το εξολοθρεύσεις μέσα στο αίμα αλλά μπορείς και να το συρρικνώσεις. You can reduce the history, the culture and the future of a whole nation to a fucking question. That’s our tragedy. Έχουμε συρρικνωθεί σε ένα «problem»! «How to solve the Indian question?!». Καταλαβαίνεις;... Πώς να το πούμε αυτό;

– Η Σέλι θέλει να πει ότι, για τους Λευκούς, είμαστε σαν τα σκατά πάνω στο πεζοδρόμιο. Αυτό το ονομάζουν «το ινδιάνικο ζήτημα», είπε ο Γουίλι χαμογελώντας. Η Σέλι δεν μίλησε για σκατά, μίλησε για «ινδιάνικο ζήτημα», που είναι ο πιο ταπεινωτικός όρος που υπάρχει. Πιο ταπεινωτικός ακόμα και από τα σκατά.


 ("Canis lupus familiaris", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί σύντομα)
 



Thursday, March 14, 2019

Αν ο καλλιτέχνης ήταν ζώο, τι ζώο θα ήτανε;




«Ο σκαραβαίος είναι ένα έντομο που τρέφεται με περιττώματα ζώων πολύ μεγαλύτερων από τον ίδιο. Τα έντερα αυτών των ζώων νόμισαν πως πήραν ό,τι υπήρχε να πάρουν από την τροφή που καταβρόχθισε το ζώο. Όμως, ο σκαραβαίος βρίσκει, στο εσωτερικό εκείνου που έχει απορριφθεί, την αναγκαία για την επιβίωσή του τροφή χάρι σ’ ένα εντερικό σύστημα, του οποίου η ακρίβεια, η φινέτσα και μια απίστευτη ευαισθησία ξεπερνούν τα συστήματα οποιουδήποτε θηλαστικού. Από αυτά τα περιττώματα με τα οποία τρέφεται, ο σκαραβαίος αντλεί την κατάλληλη ουσία για να δημιουργήσει αυτό το τόσο υπέροχο κέλυφος που όλοι γνωρίζουμε και που συγκινεί το βλέμμα μας: πράσινο του νεφρίτη στο σκαραβαίο της Κίνας, κόκκινο της πορφύρας στο σκαραβαίο της Αφρικής, μαύρο του γαγάτη στο σκαραβαίο της Ευρώπης και θησαυρός στο χρυσό σκαραβαίο, τον πιο θρυλικό απ’ όλους, ανεύρετο, υπέρτατο μυστήριο. 

Ένας καλλιτέχνης είναι σκαραβαίος που βρίσκει, στα περιττώματα της κοινωνίας, τα τρόφιμα που είναι αναγκαία για να δημιουργήσει τα έργα που γοητεύουν και αναστατώνουν τους ομοίους του. Ο καλλιτέχνης, σαν το σκαραβαίο, τρέφεται με τα σκατά του κόσμου για τον οποίο εργάζεται και, από αυτή την ελεεινή τροφή, κατορθώνει κάποιες φορές να κάνει να ξεπηδήσει η ομορφιά».

WM

(σελίδα υποδοχής στο σάιτ του Ουαζντί Μουαουάντ, ο οποίος
έχει ένα σκαραβαίο σε τατουάζ, στο δεξί του χέρι)

Saturday, March 9, 2019

Άγρια ράτσα




«Είσαι από άγρια ράτσα, ένα ακατέργαστο βλαστάρι της φύσης. Πρέπει να παραμείνεις. Δεν θα σε εξημερώσω, δεν θα σε κάνω φοβιτσιάρη, υποταγμένο ζώο, ούτε τυφλό ζώο. Θα σου δώσω τη φωνή μου, θα σου δώσω τη γλώσσα μου, θα μου δώσεις τις σιωπές σου, θα μου δώσεις το παρόν σου. Είσαι σκύλος, από τη ράτσα των λύκων. Σκύλος είναι μια λέξη, είναι η λέξη που σε προσδιορίζει. Είμαι άνθρωπος από τη ράτσα των ανθρώπων. Άνθρωπος είναι μια λέξη, είναι η λέξη που με προσδιορίζει. Άνθρωπος και σκύλος πηγαίνουμε πλάι-πλάι στην επιφάνεια της γης. Αλλά μέσα σ’ έναν άνθρωπο που περπατάει υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που περπατάνε και κάτω από τη γη υπάρχει άλλη γη και πίσω από τα ονόματα των χωρών υπάρχουν άλλες χώρες. Έχει σημασία να το ξέρεις».

("Cherokee Village, Arkansas", στο Anima του Ουαζντί Μουαουάντ – κυκλοφορεί σύντομα)


Εικόνα: © Sophie Jodoin, Étude pour Anima (πορτρέτο του Μέισον-Ντίξον Λάιν).
 



Ένας λιμανίσιος σκύλος

Ήταν χτες, ήταν αύριο.  Τα δάχτυλά μου από πέτρα και ξύλο που δεν ξέρουν πια την ηλικία μου... Ήταν χτες, ήταν αύριο....